Περισσότερες από 60 οργανώσεις ανά την Ελλάδα έχουν ήδη έλθει σε επικοινωνία με το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας από την 1η Απριλίου, οπότε ξεκίνησε τη λειτουργία του, όπως έκανε γνωστό η Αντιδήμαρχος Παιδείας του Δήμου Θεσσαλονίκης Ιωάννα Κοσμοπούλου.
Στην κεντρική τοποθέτησή της στην αποψινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης, η κυρία Κοσμοπούλου υπογράμμισε ότι με την έλευση της έδρας του Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας η Θεσσαλονίκη ανοίγει τα φτερά της προς την Ευρώπη, ενώ πολλαπλά ωφελημένοι θα είναι οι νέοι.
Απαντώντας σε αιτιάσεις ότι δήθεν απεμπολείται η διεκδίκηση των πολεμικών αποζημιώσεων, η κυρία Κοσμοπούλου τόνισε ότι αυτές καταρρίπτονται ξεκάθαρα από το προοίμιο της συμφωνίας που κυρώθηκε με απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου τον Δεκέμβριο του 2020, στο οποίο αναφέρεται αυτολεξεί: “Το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα δεν αποτελεί απάντηση στην ιδιαίτερη ιστορική ευθύνη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που απορρέει από τα σκοτεινά κεφάλαια της ιστορίας των διμερών σχέσεων, ιδιαίτερα τη γερμανική κατοχή, και συμφωνείται ότι οι αντίστοιχες νομικές θέσεις των δύο μερών στην παρούσα συμφωνία παραμένουν άθικτες”.
“Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης και η τιμή προς τους αγώνες του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα της Εθνικής Αντίστασης δεν κινδυνεύουν από τη συνεργασία των ευρωπαϊκών λαών στον 21ο αιώνα, αλλά αντίθετα ενισχύονται”, σημείωσε η κυρία Κοσμοπούλου, προσθέτοντας: “Το Ίδρυμα είναι ένας διεθνής οργανισμός, στον οποίο συμμετέχουν ισότιμα η Ελλάδα με τη Γερμανία, τόσο από διοικητικής πλευράς όσο και στον προϋπολογισμό. Άρα το να ισχυρίζεται κανείς ότι η Γερμανία φτιάχνει με αυτό το προφίλ της είναι σαν να υποτιμά τη δυναμική της χώρας μας, η οποία ισότιμα συμμετέχει, προσβλέποντας στο όφελος των νέων”.
Μάλιστα, η Ιωάννα Κοσμοπούλου σημείωσε ότι την έδρα του ΕΓΙΝ είχαν διεκδικήσει πάνω από 20 ελληνικές πόλεις, ακριβώς γιατί είχαν διαβλέψει τα οφέλη.
Η Αντιδήμαρχος Παιδείας σημείωσε ότι με τη φιλοξενία της έδρας του Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας η Θεσσαλονίκη αποκομίζει πολλαπλά και σημαντικά οφέλη με ιδεολογικό και κοινωνικό πρόσημο, όπως είναι ενδεικτικά η τόνωση του ευρωπαϊκού χαρακτήρα της πόλης και η ισχυροποίηση της θέσης της στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, οι ανταλλαγές νέων, η μεταφορά καλών πρακτικών, κ.ά.