Μνημεία UNESCO
Η ιστορική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης, που έχει την αρχή της σε μία αδιάσπαστη συνέχεια από τα ελληνιστικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι συνδεδεμένη κυρίως με τη βυζαντινή ζωή της. Η περιτειχισμένη πόλη με τα μνημεία της εύλογα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανοιχτό Βυζαντινό Μουσείο. Στο σύνολό τους τα μνημεία της πόλης, παλαιοχριστιανικά – βυζαντινά, μεταβυζαντινά και οθωμανικά είναι κηρυγμένα ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Δεκαπέντε (15) εκ των παλαιοχριστιανικών – βυζαντινών εγγράφηκαν το 1988 στον κατάλογο μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Ισχυρός οχυρωματκός περίβολος, τραπεζιόσχημος σε κάτοψη, με εναλλασσόμενους τριγωνικούς προβόλους και τετράγωνους πύργους αλλά και προτείχισμα περιτρέχει την πόλη. Η κατασκευή του, που ενσωμάτωσε λείψανα της προγενέστερης ελληνιστικής και ρωμαϊκής οχύρωσης ανάγεται στα τέλη του 4ου αι., στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου.
Σε κάθε γειτονιά έμεινε και κάποιο από τα βυζαντινά ή μεταβυζαντινά μνημεία της, στοιχεία αλλοτινών καιρών, όταν η πόλη ήταν συμβασιλεύουσα μιας άλλοτε κραταιάς και άλλοτε φθίνουσας βυζαντινής αυτοκρατορίας ή αργότερα κέντρο της τουρκοκρατούμενης βαλκανικής χερσονήσου.
Η βυζαντινή μητρόπολη σώζει ικανό αριθμό, λατρευτικού χαρακτήρα μνημείων.
Μοναδική εξαίρεση, ως δείγμα κοσμικής αρχιτεκτονικής αποτελεί το μικρό βυζαντινό λουτρό που διατηρείται ασφυκτικά μέσα στον πυκνοδομημένο ιστό στις παρυφές της Άνω πόλης.
Οι ναοί της πόλης ακολουθούν την ποικιλία των αρχιτεκτονικών τύπων της βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Από τον επικρατέστερο τύπο της βασιλικής των παλαιοχριστιανικών χρόνων, περνάμε στον μεταβατικό τρουλλαίο της πρώιμης βυζαντινής περιόδου. Ακολουθεί ο τύπος του ραδινού ναού με την τεχνική της κρυμμένης πλίνθου στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου της μεσοβυζαντινής εποχής, για να καταλήξουμε στους σταυροειδείς εγγεγραμμένους με περίστωο ναούς της υστεροβυζαντινής περιόδου.
Πηγή λημμάτων
Σταυρούλα Τζεβρένη, Εφορεία Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης