7.7 C
Thessaloniki

Λόγω της σπουδαιότητας της θέσης του Θερμαϊκού κόλπου και των πλεονεκτημάτων κατοίκησης που παρείχε, αναπτύχθηκαν γύρω από αυτόν πολλοί οικισμοί, ήδη από τη Νεολιθική Εποχή και την Εποχή του Χαλκού, όπως αυτοί που έφεραν στο φως οι ανασκαφές στη Δ.Ε.Θ., τη Σταυρούπολη, τη Θέρμη και την Άνω Τούμπα. Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε επίσης εγκαταστάσεις της Εποχής του Σιδήρου και των μετέπειτα χρόνων (9ος-4ος αι.π.Χ) στο Καραμπουρνάκι, τη Θέρμη, την Πολίχνη, τη Σίνδο.  Όπως αναφέρουν οι πηγές, οι οικισμοί αυτοί αποτέλεσαν τα 26 πολίσματα, από την ένωση των οποίων δημιουργήθηκε η πόλη.

Η Θεσσαλονίκη ως αστικό κέντρο, ιδρύεται από τον Κάσσανδρο, στρατηγό του Φιλίππου Β, το 316 π. Χ. Η ενέργειά του αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της οικιστικής πολιτικής των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που είχε στόχο να δημιουργηθούν ισχυρές πόλεις σε θέσεις κλειδιά, για την επικοινωνία του μακεδονικού κράτους με τον υπόλοιπο κόσμο. Η ύπαρξη του οργανωμένου λιμανιού της Θεσσαλονίκης ήταν αναγκαία λόγω της ραγδαίας αύξησης του εμπορίου και των επικοινωνιών με μακρινούς τόπους.

Η διοικητική οργάνωση της πόλης των ελληνιστικών χρόνων ακολούθησε το πρότυπο των άλλων ελληνικών πόλεων. Διατήρησε κάποιο είδος διοικητικής αυτονομίας και μετά την κατάκτησή της από τους Ρωμαίους, οι οποίοι συνέβαλαν στην ραγδαία ανάπτυξή της. Η κατασκευή της Εγνατίας Οδού (146- 120 π.Χ.), που ένωνε το Δυρράχιο με τον Έβρο, βοήθησε στην ανάδειξη της Θεσσαλονίκης σε μεγάλο εμπορικό, πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο. Ο Τετράρχης Γάϊος Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός (250- 311 μ.Χ), κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Καίσαρας, εγκατέστησε εδώ την έδρα του. Ίδρυσε μεγαλόπρεπο ανάκτορο, ιππόδρομο, τη θριαμβική αψίδα (Καμάρα) και ανέδειξε την πόλη σε πρωτεύουσα των Βαλκανίων.

Η παραμονή του Μεγάλου Κωνσταντίνου στη Θεσσαλονίκη στα 322-323 σχετίζεται με την υλοποίηση μεγάλης κλίμακας έργων στην πόλη, όπως είναι το λιμάνι στο νοτιοδυτικό άκρο της. Ο 4oς αιώνας αναδεικνύεται σε περίοδο αλλαγών για την πόλη. Χαρακτηρίζεται από την οριστική πλέον επικράτηση του χριστιανισμού, τρεις τουλάχιστον αιώνες μετά το πέρασμα του Αποστόλου Παύλου από την πόλη, ενώ στην εκπνοή του, το 390, θα σημαδευτεί από τη σφαγή χιλιάδων Θεσσαλονικέων στον ιππόδρομο της πόλης με διαταγή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Α΄. Έως τα τέλη του 5ου αι. συντελέστηκε η μετατροπή της ρωμαϊκής πόλης σε χριστιανικό κέντρο.

Αδιαμφισβήτητα, η ιστορική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης είναι συνδεδεμένη κυρίως με τη βυζαντινή ζωή της. Πάνω στα τείχη και τις σωζόμενες επιγραφές καταγράφεται η πολυτάραχη ιστορία της πόλης. Η περιτειχισμένη πόλη με τα μνημεία της εύλογα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανοιχτό βυζαντινό μουσείο.

Πηγή λημμάτων και κειμένων

Εφορεία Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης / Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας