10.6 C
Thessaloniki
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Το κτίριο

Η Casa Bianca, γνωστή και ως Villa Fernadez, Villa Blanche, Villa Bianca, ήταν ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά αρχοντικά, που στόλιζαν την περιοχή από τον Λευκό Πύργο έως τη Βίλα Αλλατίνι. Ήταν ιδιοκτησία του Dino Joseph Fernandez Diaz και χτίστηκε τo χρονικό διάστημα 1911 – 1913 σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Pietro Arrigoni, σε οικόπεδο που είχε αγοράσει ο ιδιοκτήτης το 1911 στη Συνοικία των Εξοχών, κοντά στην Αποθήκη των τραμ.

Η Συνοικία των Εξοχών ή Πύργων αναπτύχθηκε οικιστικά στα τέλη του 19ου αιώνα,   έχοντας ως κυρίαρχο στοιχείο την ανέγερση, εξοχικών κυρίως, πολυτελών κατοικιών, με μεγάλους κήπους, και αρχιτεκτονικά στυλ με έντονο τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Χαρακτηριστικό της νέας συνοικίας, σε αντίθεση με τις ήδη υπάρχουσες στην υπόλοιπη Θεσσαλονίκη, που διακρίνονταν για την εθνική – θρησκευτική τους διάρθρωση, ένα νέο κριτήριο: η οικονομική και κοινωνική επιφάνεια των κατοίκων.

Και η ιστορία πίσω από αυτό…

Ο Dino Joseph Fernandez Diaz, μεγαλέμπορος και τραπεζίτης, ήταν Ιταλός υπήκοος και επίλεκτο μέλος της εβραϊκής κοινότητας της πόλης.

Η έπαυλη των Fernandez-Diaz ονομάστηκε Casa Bianca από το όνομα της συζύγου του Dino, Blanche (Bianca) de Mayer. O Dino και η Bianca απέκτησαν τρία παιδιά, την Aline, τη Nina και τον Pierre. Στενά συνδεδεμένο με την ιστορία του κτιρίου είναι το ειδύλλιο της κόρης του Dino, Aline Fernandez με τον Έλληνα αξιωματικό Σπύρο Αλιμπέρτη.

Ο Σπύρος Αλιμπέρτης, επιμελητής του Αστεροσκοπείου Αθηνών, βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1912, ως υπασπιστής του διοικητή της 7ης Μεραρχίας του ελληνικού στρατού. Η τυχαία γνωριμία του με την Aline Fernandez στάθηκε η απαρχή μιας ρομαντικής ιστορίας που συγκλόνισε την πόλη και αποτέλεσε το θέμα μιας εκτεταμένης αρθρογραφίας στον Τύπο της εποχής, αλλά και σε μεταγενέστερες διηγήσεις.

Η συντηρητική κοινωνία του 1912 δεν συνηγορούσε υπέρ ενός τέτοιου γάμου, μεταξύ μιας Εβραίας και μάλιστα προερχόμενης από την υψηλή κοινωνική τάξη των Ισραηλιτών της Θεσσαλονίκης και ενός χριστιανού, με αποτέλεσμα την εκούσια απαγωγή της Aline από τον Σπύρο Αλιμπέρτη, τη βάφτισή της και την τέλεση του γάμου τους στην Αθήνα την άνοιξη του 1914. Στη συνέχεια όμως οι σχέσεις του ζεύγους με την οικογένεια της Aline αποκαταστάθηκαν. Ο Σπύρος Αλιμπέρτης και η Aline Fernandez επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκαν στο πατρικό σπίτι της.

Το 1934 πεθαίνει η Blanche στο Παρίσι. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεσπά και ο Dino με τον γιο  του Pierre και την οικογένειά του, ως Ιταλοί υπήκοοι, διαφεύγουν στην Ιταλία, στο χωριό Meina της λίμνης Maggiore, όπου και εκτελούνται από τους Γερμανούς το 1943.

Στο διάστημα της Κατοχής, το 1941, η έπαυλη επιτάχθηκε από τους Ιταλούς και ο όροφός της χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Ιταλού προξένου, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε και από τον γερμανικό στρατό. Κατά την περίοδο 1964-1967, ο όροφος ενοικιάστηκε για τη στέγαση ιδιωτικού νηπιαγωγείου και δημοτικού σχολείου. Ο Σπύρος και η Aline συνέχισαν να κατοικούν στην Casa Bianca μέχρι τα βαθειά τους γεράματα, όπου και πέθαναν με μικρή χρονική διαφορά τη δεκαετία του ΄60.

Μετά τον θάνατο της Aline (1965) η Casa Bianca περιέρχεται στην αδελφή της Nina Dervieux de Varez που ζούσε στο Παρίσι, η οποία πούλησε το κτίσμα στους Ν. και Γ. Τριάρχου και στη Σουζάνα Σολομών Mαλλάχ. Το 1975 ξεκινά η θλιβερή ιστορία της παράνομης τμηματικής καταστροφής του κτιρίου, η οποία συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια, παρά τον χαρακτηρισμό του κτιρίου ως έργου τέχνης από το Υπουργείο Πολιτισμού (1976).

Το 1990 η Casa Bianca περιέρχεται στον Δήμο Θεσσαλονίκης,  ο οποίος προχωρά στην αναστήλωση του κτιρίου.

Η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε το 1961 και στεγάστηκε προσωρινά στη Δημοτική Βιβλιοθήκη στο μέγαρο της ΧΑΝΘ.  Τα δε επίσημα εγκαίνιά της πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 1966. Από το 1986 έως και το 2010 στεγάστηκε στη Βίλα Μορντώχ, έπαυλη της διάσημης Συνοικίας των Εξοχών, κτισμένη το 1905, ως κατοικία του Οθωμανού μεράρχου Σεϊφουλάχ Πασά, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη. Το 2010 μεταφέρθηκε στο Κέντρο Πολιτισμού στην Τούμπα, όπου και παρέμεινε έως και το 2013, οπότε και μεταφέρθηκε οριστικά στην Casa Bianca.

Συλλογές

Η συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης αριθμεί περίπου 3.000 έργα, των τελευταίων 150 ετών, ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής, σχέδια και φωτογραφίες, και συνεχίζει να εξελίσσεται.

Επισκεφθείτε το culture.thessaloniki.gr  

Συλλογή Νεοελληνικής Ζωγραφικής

Τα πρώτα έργα προήλθαν από δωρεές και αγορές του Δήμου Θεσσαλονίκης, που είχαν πραγματοποιηθεί τη δεκαετία του ΄50 και έκτοτε η συλλογή εμπλουτίζεται διαρκώς.  Περιλαμβάνει δε 1309 έργα σημαντικών εκπροσώπων της Νεοελληνικής Τέχνης όπως οι: Νίκος Εγγονόπουλος, Σπύρος Παπαλουκάς, Γιώργος Γουναρόπουλος, Επαμεινώνδας Θωμόπουλος, Σαράντης Καραβούζης, Νίκος Κεσσανλής, Γιώργος Λαζόγκας, Λουκάς Βενετούλιας, Κώστας Λαχάς, Κώστας Λούστας, Μέντης Μποσταντζόγλου,   Γιώργος Παραλής, Νίκος- Γαβριήλ Πεντζίκης, Νίκος Σαχίνης, Γιάννης Σβορώνος, Γιώργος Σικελιώτης, Γεράσιμος Στέρης, Δημήτρης Ταντανόζης κ.α. Στον ετήσιο προγραμματισμό της η Πινακοθήκη περιλαμβάνει θεματικές εκθέσεις με επιλεγμένα έργα από τη συλλογή, προκειμένου το κοινό να έχει τη δυνατότητα να δει από κοντά δημιουργίες καταξιωμένων Ελλήνων εικαστικών.

 

 

Συλλογή έργων Νικολάου Γύζη

Το 2001, με τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από το θάνατο του Νικολάου Γύζη, οι απόγονοι της οικογένειας στο Μόναχο, πραγματοποιούν μεγάλη δωρεά 627 έργων του. Η συλλογή εκτίθεται μόνιμα στον α΄όροφο της Casa Bianca. Η έκθεση αναπτύσσεται σε ενότητες: πορτρέτα της οικογένειας Γύζη, αφίσες και διπλώματα, ηθογραφικά θέματα, θρησκευτικά, αλληγορικά, νεκρές φύσεις, καθώς και σχέδια και ελαιογραφίες από τη Βαυαρία και το Τιρόλο. Αξιοσημειώτη είναι και η ενότητα  “Ζελατίνες” που εκτίθενται σε ξεχωριστή αίθουσα.

 

 

Συλλογή λιθογραφιών Σωτήρη Χρηστίδη

Την ίδια χρονιά, o Δήμος Θεσσαλονίκης αγοράζει από την οικογένεια Δούρβαρη 205 λιθογραφίες και πλήθος εντύπων της περιόδου 1890-1940, όπως εξώφυλλα εφημερίδων και λαϊκών αναγνωσμάτων, λευκώματα, παρτιτούρες, ταχυδρομικές κάρτες κ.α., έργα του λαϊκού εικονογράφου Σωτήρη Χρηστίδη.

 

 

 

 

 

Συλλογή Χαρακτικής

Τη δεκαετία του ΄80 η Πινακοθήκη αποκτά τα πρώτα έργα ελληνικής χαρακτικής, η οποία εμπλουτίστηκε στη διάρκεια των ετών με δημιουργίες σημαντικών Ελλήνων χαρακτών (Τάσσος, Βάσω Κατράκη, Κώστας Γραμματόπουλος, Γιώργος Σικελιώτης, Γιάννης Κεφαλληνός, Γιώργος Βαρλάμος κ.α). Σήμερα η συλλογή περιλαμβάνει 660 έργα μέρος των οποίων εκτίθεται στο υπερώο της Casa Bianca.

 

Συλλογή γλυπτών

Η συλλογή περιλαμβάνει 71 έργα σημαντικών εκπροσώπων της γλυπτικής, προερχόμενων κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα. Στο υπερώο της Casa Bianca, σε άμεση συνάρτηση με τη συλλογή χαρακτικής, ο επισκέπτης μπορεί να δει μια επιλογή γλυπτών, μεταξύ των οποίων των Κυριάκου Καμπαδάκη, Μάρτας Τζοβαρίδου, Γιώργου Κικώτη, Χρήστου Αλευρά, Γιώργου Ηλιόπουλου, Κάρολου Καμπελόπουλου, Στάθη Λογοθέτη, Γιώργου Τσακίρη, Πάβελ Μέντεκ, Μανώλη Τζομπανάκη κ.α.

 

Το Τμήμα Δημοτικής Πινακοθήκης της Διεύθυνσης Πολιτισμού και Τουρισμού στεγάζεται στην Casa Bianca, διατηρητέο μνημείο της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Θεσσαλονίκης, στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Όλγας 182 & Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Η Δημοτική Πινακοθήκη διοργανώνει και φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις είτε από τις μόνιμες συλλογές της είτε σε συνεργασία με φορείς, μουσεία κλπ.
Εάν επιθυμείτε να λαμβάνετε ενημερώσεις σχετικά με τις εκθέσεις – εκδηλώσεις της Δημοτικής Πινακοθήκης επικοινωνήστε μαζί μας:

Τηλέφωνα επικοινωνίας: 2310 318538

email: pinakothiki[at]thessaloniki.gr

Ανακοινώσεις Δημοτικής Πινακοθήκης

Ευχές Πάσχα 2021 – Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης

περισσότερα

Επαναλειτουργία των Περιφερειακών Βιβλιοθηκών του Δήμου Θεσσαλονίκης

Η δημιουργία και η προσφορά του Δικτύου Βιβλιοθηκών Δήμου Θεσσαλονίκης συνεχίζονται και μέσα στην περίοδο της πανδημίας . Το βιβλίο ήταν και είναι μια αστείρευτη πηγή γνώσης, ένα εργαλείο δουλειάς, ένα μέσο που διευρύνει τους πνευματικούς μας ορίζοντες και διεγείρει τη φαντασία μας. Επιπλέον μας ψυχαγωγεί, μας ταξιδεύει και μας βοηθάει να δραπετεύσουμε από τη
περισσότερα
Εκθεσιακοί χώροι
Casa Bianca

Casa Bianca

Β. Όλγας 182 & Θεμ. Σοφούλη,

Στάση Βαφοπούλειο: 5, 5Α, 6, 8, 30, 33, 33Α
Στάση Γέφυρα: 5, 5Α, 6, 8, 30, 33, 33Α

Casa Bianca – Η ιστορία ενός κτιρίου (1912 – 2012)

Η Casa Bianca κτίστηκε το 1912 από τον Dino Fernandez – Diaz σε οικόπεδο που είχε αγοράσει το 1911 στη συνοικία των Εξοχών, κοντά στην Αποθήκη των τραμ.

Ο Dino Fernandez ήταν ιταλός υπήκοος και επίλεκτο μέλος της εβραϊκής κοινότητας της πόλης. Το 1893, σε συνεργασία με τον οίκο Misrachi, είχε ιδρύσει το Ζυθοποιείο Όλυμπος στην περιοχή των Σφαγείων, στις εγκαταστάσεις του σημερινού εργοστασίου ΦΙΞ.

Η εξοχική έπαυλη των Fernandez – Diaz κτίστηκε σε σχέδια του ιταλού μηχανικού Piero Arrigoni και ονομάστηκε Casa Bianca από το όνομα της συζύγου του Dino Fernandez, Blanche (Bianca) Meyer.

Ο Dino και η Bianca απέκτησαν τρία παιδιά, την Aline, τη Nina και τον Pierre. Στενά συνδεδεμένο με  την ιστορία του κτιρίου είναι το ειδύλλιο της κόρης του Dino, Aline Fernandez με τον έλληνα αξιωματικό Σπύρο Αλιμπέρτη.

Ο Σπύρος Αλιμπέρτης, επιμελητής του Αστεροσκοπείου Αθηνών, βρέθηκε στη Θεσσαλ­νίκη το 1912, ως υπασπιστής του διοικητή της 7ης Μεραρχίας του ελληνικού στρατού. Η τυχαία γνωριμία του με την Aline Fernandez στάθηκε η απαρχή μιας ρομαντικής ιστορίας που συγκλόνισε την πόλη και αποτέλεσε το θέμα μιας εκτεταμένης αρθρογραφίας στον τύπο της εποχής αλλά και σε μεταγενέστερες διηγήσεις.

Η συντηρητική κοινωνία του 1912 δεν συνηγορούσε υπέρ ενός τέτοιου γάμου, μεταξύ μιας εβραίας και ενός χριστιανού, με αποτέλεσμα την εκούσια απαγωγή της Aline από τον Σπύρο Αλιμπέρτη και την τέλεση του γάμου τους στην Αθήνα την άνοιξη του 1914. Στη συνέχεια όμως ο Dino Fernandez έδωσε την συγκατάθεση του και το ζεύγος επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στο πατρικό σπίτι της Aline.

Το 1934 πεθαίνει η Blanche στο Παρίσι και το 1943 εκτελούνται από τους Γερμανούς ο  Dino και ο γιος του Pierre στη Meina της Ιταλίας. Εκεί είχαν καταφύγει, μαζί με άλλους ιταλικής υπηκοότητας εβραίους της πόλης, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν την αποστολή τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στο διάστημα της Κατοχής το κτίριο επιτάχθηκε από τους Ιταλούς, και αργότερα από τους Γερμανούς, ενώ ο όροφος του χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία από τον Ιταλό πρόξενο. Αργότερα, κατά την περίοδο 1964 – 1967, ο όροφος ενοικιάστηκε σε ιδιωτικό δημοτικό σχολείο.

Ο Σπύρος και η Aline Αλιμπέρτη συνέχιζαν να κατοικούν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα στο κτίριο, όπου και πέθαναν με μικρή χρονική διαφορά το 1965.

Μετά τον θάνατο της Aline η Casa Bianca περιέρχεται στην αδελφή της Nina Dervieux de Varez που ζούσε στο Παρίσι, η οποία πούλησε το κτίσμα στους Ν. και Γ. Τριάρχου και στη Σουζάνα Σολομών Μαλλάχ.

Το 1976 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο και από τότε χρονολογείται η τμηματική καταστροφή του κτιρίου με στόχο τον αποχαρακτηρισμό του και την τελική κατεδάφιση του.

Το 1990, μετά από σειρά μέτρων με στόχο τη διάσωση του κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου του, η Casa Bianca περιέρχεται στον Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος προχωρά στην ανάθεση σύνταξης ειδικής μελέτης αποκατάστασης και στη συνέχεια στην υποδειγματική αναστήλωση του κυρίου.

Διαβάστε για το έργο αποκατάστασης της Casa Bianca και για τη Συνοικία των Εξοχών.

ALACA IMARET

Αλατζά Ιμαρέτ

Αλατζά Ιμαρέτ,
Κασσάνδρου 91-93, Δείτε το στο χάρτη
Τηλέφωνα επικοινωνίας: 2310 278587

Στάση Διοικητήριο: 16, 23, 50
Στάση Αχίλλειο: 16, 23
Στάση Αίγλη: 15, 22, 23

Το Αλατζά Ιμαρέτ ή Ισάκ Πασά Τζαμί εντοπίζεται τοπογραφικά επί της οδού Κασσάνδρου 91-93. Χτίστηκε σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή που υπάρχει στην είσοδο του κτιρίου το 1484 από τον Ιναγκολού Ισάκ Πασά, ο οποίος ήταν Μεγάλος Βεζίρης επί Μωάμεθ Β’ και διοικητής της Θεσσαλονίκης επί Βεγιαζίτ Β’.
Ανήκει στην κατηγορία των πρώιμων οθωμανικών τζαμιών, που κάλυπταν και άλλες ανάγκες όπως η σίτιση, διαμονή και οι συναντήσεις μοναστικών ταγμάτων. Πιο συγκεκριμένα, στο χώρο λειτουργούσε ιμαρέτ (πτωχοκομείο) και μεντρεσές (ιερατική σχολή).
Το κτίριο έχει σχήμα ανεστραμμένου Τ με κεντρικό χώρο, δύο μεγάλους θόλους, πλάγια διαμερίσματα στη δυτική πλευρά και κιονοστήρικτη στοά. Ο κεντρικός χώρος του κτιρίου ήταν ο χώρος προσευχής, ενώ στους τέσσερις παράπλευρους γινόταν η διδασκαλία και τα συσσίτια.
Η τοιχοποιία του μιμείται τη βυζαντινή τεχνοτροπία, ενώ χαρακτηριστικά βυζαντινότροπα είναι και τα οδοντωτά γείσα στη βάση της στέγης. Οι δε τρούλοι ήταν αρχικά καλυμμένοι με μολύβι.
Η ονομασία Αλατζά Ιμαρέτ (πολύχρωμο άσυλο) οφείλεται στους πολύχρωμους λίθους (alaça) σε ρομβοειδή σχήματα που κοσμούσαν τον μιναρέ του τζαμιού, από τον οποίο σώζεται μόνο η βάση του.
Σήμερα χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος της Δημοτικής Πινακοθήκης Θεσσαλονίκης.

Yeni cami

Γενί Τζαμί (Πρώην Αρχαιολογικό Μουσείο)

Γενί Τζαμί (Πρώην Αρχαιολογικό Μουσείο),
Αρχαιολογικού Μουσείου 30, Δείτε το στο χάρτη
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 2310 857978

Στάση Σχολή Τυφλών / Φάληρο: 5, 5Α, 6, 8, 30, 33, 33Α, 39, 39Α, 78

Το Γενί Τζαμί εντοπίζεται τοπογραφικά επί της οδού Αρχαιολογικού Μουσείου 30. Χτίστηκε το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli και χρησίμευε ως τόπος λατρείας για τους εξισλαμισθέντες Εβραίους, τους επονομαζόμενους Ντονμέδες (Dönme/Donmeh).
Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 στέγασε για μικρό διάστημα πρόσφυγες. Από το 1963 χρησιμοποιήθηκε ως αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, γι’αυτό και είναι γνωστό και ως «παλαιό αρχαιολογικό μουσείο».
Το κτίριο έχει δύο ορόφους και συνδυάζει την μουσουλμανική παράδοση με τον αρχιτεκτονικό συρμό του καιρού του (στοιχεία του αρχιτεκτονικού ρεύματος του εκλεκτικισμού, που χρησιμοποίησε ο αρχιτέκτονας και σε πολλά άλλα κτίριά του, που σώζονται στην πόλη, όπως στο Διοικητήριο, το κτίριο της παλιάς Φιλοσοφικής, το Γ’ Σώμα Στρατού, τη βίλα Αλλατίνι κ.ά.).
Στο προαύλιό του υπάρχει πλούσια συλλογή μαρμάρινων γλυπτών της Ρωμαϊκής εποχής και των πρωτοχριστιανικών χρόνων (σαρκοφάγοι, επιτύμβια, ανάγλυφα, τιμητικές και ταφικές στήλες κ.λ.π.) από ολόκληρη τη Θεσσαλονίκη.
Σήμερα χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος της Δημοτικής Πινακοθήκης Θεσσαλονίκης.